αντίσκηνο

αντίσκηνο
το
φορητή σκηνή από ύφασμα αδιάβροχο: Το αντίσκηνο προστάτευε το στρατιώτη και από τη βροχή.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αντίσκηνο — Είδος σκηνής που χρησιμοποιείται κυρίως από στρατιώτες. Κατασκευάζεται από τετράγωνο αδιάβροχο ύφασμα με επιφάνεια συνήθως 2,5 τ.μ., σε χρώμα σκούρο γκρι ή χακί, κατάλληλο για συγκάλυψη. Το α. αποτελεί στέγη για έναν στρατιώτη, μπορεί όμως να… …   Dictionary of Greek

  • σκήνωμα — το, ΝΑ [σκηνῶ (III)] σκηνή, αντίσκηνο νεοελλ. μσν. (σχετικά με πρόσ. και ιδίως με αγίους) το σκήνος, η σορός («το σεπτό σκήνωμα τού αγίου Διονυσίου») μσν. αρχ. το σώμα τού ανθρώπου ως κατοικία τής ψυχής αρχ.1. στρατιωτικός καταυλισμός («εὐθὺς… …   Dictionary of Greek

  • σκηνή — I Φορητή μορφή κατοικίας από ύφασμα, η οποία στήνεται στο έδαφος με τη βοήθεια σχοινιών και πασσάλων. Χρησιμοποιείται κυρίως για πρόχειρη στέγαση στρατιωτών, σεισμοπαθών, εκδρομέων κλπ. Το ύφασμα της σ. συγκρατείται από ειδικούς οριζόντιους και… …   Dictionary of Greek

  • τέντα — (I) οι, Ν εθνολ. λαός της ανατολικής και κεντρικής Σαχάρας. (II) η, ΝΜ, και τένδα Μ 1. σκηνή για προσωρινή διαμονή στο ύπαιθρο 2. (ειδικά) η στρατιωτική σκηνή, αντίσκηνο νεοελλ. 1. προπέτασμα από χοντρό ύφασμα που χρησιμοποιείται για την… …   Dictionary of Greek

  • Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”